Τα τρία πρώτα χρόνια της ζωής είναι η πιο κρίσιμη περίοδος της ανάπτυξης του παιδιού.
Οι κληρονομικοί περιγεννετικοι, ιατρικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες/συνθήκες ενδέχεται να εμποδίσουν τα μικρά παιδιά να μάθουν να κινούνται, να εξερευνούν, να επικοινωνούν και να αναπτύσσουν αίσθηση της δίκης τους ταυτότητας. Ο πρωταρχικός στόχος της έγκαιρης παρέμβασης είναι η οικογενειακή εκπαίδευση, η κατάρτιση και υποστήριξη. Το πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης έχει σχεδιαστεί για να επιτρέπει στους γονείς και στους θεραπευτές να εκτιμούν ρεαλιστικά τις αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού, να ενσωματώνουν τις εκπαιδευτικές και θεραπευτικές στρατηγικές στις καθημερινές ρουτίνες.
Το πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης χρησιμεύει ως οδηγός για την ενίσχυση αποτελεσματικών δεξιοτήτων στους γονείς προκειμένου να προωθηθεί η εξέλιξη και η ανάπτυξη του παιδιού που μπορεί να βρίσκεται στην επικίνδυνη ζώνη.
Συνεργαζόμενοι με εκείνους που έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή, το πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης προσπαθεί να διασφαλίσει ότι κάθε παιδί ανεξάρτητα από τη βαρυτητα της κατάστασης που βρίσκεται, θα φτάσει στο μέγιστο αναπτυξιακό του δυναμικό.
Πότε το παιδί πρέπει να μπει σε πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης;
Τα υποψήφια παιδιά πρέπει να έχουν ηλικία έως 3 ετών και να έχουν κάποιου είδους αναπηρία ή κατάσταση υγείας που να επηρεάζει την ανάπτυξη τους. Παιδιά που γεννηθήκαν πρόωρα ή που έχουν προβλήματα σίτισης, όρασης ή ακοής ,καθυστέρηση ομιλίας ή είναι νωθρά, αργά, έχουν δυσκολίες στη βάδιση και στη καθιστή θέση ή έχουν δυσκολίες να κάνουν πράγματα μονοί τους. Επίσης παιδιά που παρουσιάζουν δυσκολίες στη συμπεριφορά, τη προσοχή, ακόμα και παιδιά τα οποία έχουν κριθεί υποψήφια για παρέμβαση λόγω κίνδυνου περιβαλλοντικών παραγόντων.
Οι γονείς πρέπει να ενθαρρύνονται να ζητούν και να ενημερώνονται σχετικά με το πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης εάν έχουν οποιαδήποτε ανησυχία σχετικά με τη ανάπτυξη του παιδιού τους.
Το πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης θα πρέπει να οργανώνεται από μια θεραπευτική ομάδα αποτελούμενη από εργοθεραπευτή, λογοθεραπευτή, ψυχολόγο, ειδικό παιδαγωγό και σε συνεργασία με αναπτυξιολόγο ή παιδοψυχίατρο.
Το πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης αναπτύσσεται και σχεδιάζεται από την διεπιστημονική ομάδα σε συνεργασία με τους γονείς για κάθε παιδί ξεχωριστά. Ο θεραπευτικός σχεδιασμός θα πρέπει να αντανακλά και τις γονικές προτεραιότητες και να είναι κοινωνικά ευαίσθητος στον πολιτισμό και στις άξιες της κάθε οικογένειας.
Ο σχεδιασμός βασίζεται στα αποτελέσματα από τις αρχικές αξιολογήσεις και περιλαμβάνει τις στρατηγικές παρεμβάσεις που σχεδιάζονται για να βοηθήσουν την οικογένεια και να επιτύχουν τα επιθυμητά αναπτυξιακά αποτελέσματα καθώς και τις θεραπευτικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη διευκόλυνση της προόδου του παιδιού.